27.3 C
Athens
Παρασκευή, 4 Οκτωβρίου, 2024
More

    RoboCop: Rogue City Review

    Η περίοδος των 80s – 90s δεν θα ήταν υπερβολή να αναφέρουμε ότι έβαλε τις βάσεις για την εικόνα και τη σύγχρονη μορφή της geek και pop culture. Μια εποχή που χαρακτηρίστηκε από δημιουργικό οργασμό και μας έδωσε πολλά από τα franchises που εξακολουθούν για δεκαετίες να βρίσκονται στο προσκήνιο. «Παιδί» της κουλτούρας και της δημιουργικότητας των 80s είναι φυσικά και ο RoboCop, ο εμβληματικός cyborg-μπάτσος μισός άνθρωπος – μισός μηχανή, που παρουσιάστηκε το 1987, αναμφίβολα άφησε το δικό του στίγμα και απέκτησε τη δική του δυναμική fanbase, αποτελώντας έναν από τους πιο εμβληματικούς ήρωες όλων των εποχών. Το RoboCop: Rogue City της Teyon (η οποία στο παρελθόν μας έδωσε το Terminator: Resistance), έρχεται για να μας ταξιδέψει και πάλι στους γεμάτους βία και εγκληματικότητα δρόμους του Detroit City ενός alternative δυστοπικού 80s-based μέλλοντος. Είναι αυτό το “love-letter” στα 80s, το RoboCop game που εδώ και τόσα χρόνια περίμεναν οι fans;

    Serve the public trust…

    Το Rogue City τοποθετείται χρονικά μεταξύ του RoboCop 2 και RoboCop 3, με το game ουσιαστικά να λειτουργεί ως «γέφυρα» ανάμεσα στις δύο ταινίες (οι οποίες εδώ που τα λέμε δεν μπόρεσαν ποτέ να φτάσουν στο υψηλό επίπεδο της πρώτης ταινίας “masterpiece” που έφερε την υπογραφή του Paul Verhofen). To Story του Rogue City δεν θα μπορούσε παρά να λαμβάνει χώρα στο Detroit, την πόλη που είναι πρωταθλήτρια της εγκληματικότητας στις Η.Π.Α. και οι ελάχιστοι αστυνομικοί που επανδρώνουν το κεντρικό αστυνομικό τμήμα καλούνται να αντιμετωπίσουν κάθε λογής παραβατικό και άκρως επικίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια στοιχείο. Ήδη συγκεκριμένες περιοχές έχουν περάσει στα χέρια εγκληματικών οργανώσεων και το μοναδικό όπλο που έχουν ουσιαστικά οι φύλακες της έννομης τάξης είναι ο RoboCop («πρώην» Alex Murphy), ο ρομποτικός αστυνομικός που αποτελεί το «δημιούργημα» της εταιρείας υψηλής τεχνολογίας OCP (Omni Consumer Products).

    Σε αυτή την ιδιαίτερα ταραγμένη και βουτηγμένη στο έγκλημα σκοτεινή εποχή, τα στελέχη της OCP εδώ και μερικούς μήνες προετοιμάζουν το έδαφος για την Delta City, μια πόλη «ουτοπία», η οποία «υποτίθεται» ότι θα αντικαταστήσει τη διεφθαρμένη πόλη που υπάρχει τώρα. Όμως εάν ανήκετε στους fans του RoboCop θα γνωρίζετε πολύ καλά ότι τα στελέχη της OCP (με επικεφαλής των Old Man) έχουν τη δική τους «κρυφή» ατζέντα που είναι πολύ χειρότερη και από τις punk συμμορίες που λυμαίνονται τους δρόμους του Detroit. Σύντομα ο Alex Murphy θα γίνει το αντικείμενο διαμάχης ανάμεσα στην OCP που τον θεωρεί «ιδιοκτησία» της και στους Αστυνομικό Τμήμα του Detroit που εναποθέτει στα ρομποτικά χέρια του RoboCop την «επιβίωση» του. Μέσα σε αυτό το δυσμενές κλίμα, οι αναμνήσεις του παρελθόντος έρχονται συνέχεια στο μυαλό του ρομποτικού πρωταγωνιστή, θυμίζοντας του με βασανιστικό τρόπο το ποιος ήταν, πολύ καιρό πριν να μεταμορφωθεί σε έναν μεταλλικό τιμωρό του εγκλήματος.

    Δεν θα θέλαμε σε αυτό το σημείο να σας αποκαλύψουμε περισσότερα αναφορικά με την υπόθεση του παιχνιδιού, η οποία αν μη τι άλλο διαθέτει μια εξαιρετικά «μεστή» αφήγηση και που πλαισιώνεται από καλογραμμένους και διασκεδαστικούς διαλόγους. Η δε επιστροφή του Peter Weller στον πιο γνωστό του ρόλο, αδιαμφισβήτητα αποτελεί ένα plus για το Rogue City. Ωστόσο, σε συνάρτηση με το story, αυτό που καθιστά το RoboCop: Rogue City διαφορετικό από ένα typical First-Person Shooter είναι ότι οι επιλογές που μποιρείτε να κάνετε στη διάρκεια του παιχνιδιού (μέσω ενός απλοϊκού branched συστήματος διαλόγων) και οι οποίες καθορίζουν και την εξέλιξη της ιστορίας του παιχνιδιού (για αυτό και διαθέτει multiple endings). Φέρνοντας στο προσκήνιο το concept των ηθικών επιλογών πολλές φορές ο ήρωας σας (τόσο σε main όσο και σε side quests) θα κληθεί να βρει τη λύση και να επιλέξει την απόφαση που του του ταιριάζει καλύτερα. Αυτού του τύπου οι ηθικές αποφάσεις είναι που ουσιαστικά καθορίζουν την ψυχοσύνθεση του RoboCop και δημιουργούν τη σχέση του με τους γύρω του. Ολοκληρώνοντας τα του story, αυτό που διαπιστώσαμε ήταν ότι οι developers της Teyon έκαναν τρομερό focus στη λεπτομέρεια και κατάφεραν να «συλλάβουν» το ιδιαίτερο κλίμα και τα vibes του κόσμου του RoboCop, δημιουργώντας μια video game εκδοχή του δημοφιλούς σύμπαντος, η οποία αν  μη τι άλλο παραμένει εντυπωσιακά πιστή στο original setting.

    …protect the innocent…

    Δίχως αμφιβολία, οι fans θα ξετρελαθούν με την πιστότητα του κόσμου του Rogue City, όμως ένα στοιχείο που έχει αποδοθεί επίσης στην εντέλεια έχει να κάνει με τον τρόπο που κινείται ο RoboCop. Ο ήρωας του παιχνιδιού είναι σαν ένα «κινούμενο τανκ» σε ανθρώπινη μορφή, για αυτό το βήμα του είναι βαρύ και αργό. Ωστόσο, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι όταν μπλέξετε σε ένα gunfight με δεκάδες εχθρούς να σας ξεπετάγονται από όλες τις μεριές, τότε ο ρυθμός είναι τόσο καταιγιστικός που πραγματικά δεν μπορείτε να πάρετε ανάσα! 

    Το παιχνίδι είναι τρομερά προσεγμένο, σε σημείο όπου όταν εστιάζετε σε ένα στόχο να βλέπετε το ίδιο χαρακτηριστικό targeting system (με το πράσινο aiming box) που ο RoboCop έχει και στις ταινίες. Η δε δράση όχι μόνο κόβει την ανάσα, αλλά παράλληλα φλερτάρει και με το… splatter, καθώς θα δείτε τους αντιπάλους σας να «πετσοκόβονται» και να αιμορραγούν από τα πυρά σας που βρίσκουν το στόχο, σε ένα πραγματικό λουτρό αίματος που θυμίζει έντονα την ωμότητα των ταινιών των 80s. Κι ενώ στο μεγαλύτερο μέρος του Rogue City καλείστε να τα βγάλετε πέρα με brainless πανκιά και λοιπά κατακάθια της κοινωνίας, όσο προχωράτε στο παιχνίδι τα πράγματα… «αγριεύουν», καθώς ο ρομποτικός μπάτσος θα πρέπει να τα βγάλει πέρα απέναντι σε ειδικές δυνάμεις αλλά και σε ρομποτικά ED-209s που ως γνωστόν αποτελούν τον μεγάλο (ρομποτικό) αντίπαλο του RoboCop.

    Ανάλογα με την πορεία σας ολοκληρώνοντας επιτυχώς main και side quests και το πόσα «φρικιά» ξεπαστρεύετε ή ανάλογα με τα στοιχεία που συγκεντρώνετε (συλλέγοντας ναρκωτικές ουσίες, κλοπιμαία και σκανάροντας έγγραφα), αποκτάτε experience points. Οι συγκεκριμένοι πόντοι σας δίνουν τη δυνατότητα στη συνέχεια να κάνετε upgrade στον RoboCop, ενδυναμώνοντας το armor, το health, τη δυνατότητα στόχευσης και άλλες παραμέτρους. Διαθέτοντας ένα αρκετά εύχρηστο skill tree, αναμφίβολα το αρκετά απλό upgrade system λειτουργεί άψογα, χωρίς να μπερδεύει, δίνοντας ένα «βάθος» στη συνολική εμπειρία του παιχνιδιού που είναι τόσο… όσο. Μάλιστα, αξίζει να αναφέρουμε ότι τα ελαφριά και συμπληρωματικά role-playing στοιχεία ξεκλειδώνουν και μια σειρά από έξτρα powers για τον RoboCop, όπως είναι η δυνατότητα για bullet-dodge ή instant kills. Καταφέρνοντας να διατηρήσει ένα υψηλό επίπεδο πρόκλησης το θετικό είναι ότι οι συγκεκριμένες δυνάμεις σε καμία περίπτωση δεν «χαλάνε» την εικόνα του παιχνιδιού, καθιστώντας τον κεντρικό ήρωα OverPowered.

    O χαρακτήρας σας όμως δεν είναι το μόνο πράγμα που δέχεται upgrades, καθώς στο Rogue City το χαρακτηριστικό Auto-9 pistol είναι upgradeable μέσω της χρήσης μια σειράς από PCB boards. Περιπολώντας στους δρόμους του Detroit σε αρκετές περιπτώσεις θα ανακαλύψετε αυτά τα κυκλώματα, τα οποία εφόσον τα προσαρτήσετε στο όπλο σας χαρίζουν όχι μόνο μια σειρά από bonuses, αλλά και ορισμένα penalties στην απόδοση του. Σε γενικές γραμμές, αυτό που διαπιστώσαμε είναι ότι το RoboCop: Rogue City διαθέτει ένα γοητευτικά απλό gameplay, το οποίο δεν κουράζει και δεν χάνει σπιθαμή από τον διασκεδαστικό και over-the-top χαρακτήρα του .

    …uphold the law!

    Αυτός ο υπέρμετρα υπεραπλουστευμένος χαρακτήρας των gameplay mechanics, ενδέχεται σε κάποιους να μην αρέσει και για κάποιους άλλους να αποτελέσει το πιο δυνατό στοιχείο του παιχνιδιού, καθώς είναι θέμα οπτικής και συνήθειας. Εκεί όμως που μάλλον θα συμφωνήσουν όλοι είναι στον τεχνικό τομέα, ο οποίος σε αρκετές περιπτώσεις αδυνατεί να ξεφύγει από τη μετριότητα. Ξεκινώντας πρώτα από τα visuals, εδώ έχουμε τοποθεσίες που σε βάζουν για τα καλά μέσα στο κλίμα των ταινιών με τα 80s vibes να κυριαρχούν, αλλά και ορισμένες περιοχές που είναι φτωχές.

    Κρυφή πληγή είναι σίγουρα οι διάφοροι NPCs, όπου σε πολλές περιπτώσεις μοιάζουν σαν κέρινα ομοιώματα του Madame Tussaud’s. Δυστυχώς, σε οπτικό επίπεδο υπάρχουν στιγμές που το παιχνίδι μοιάζει outdated, ενώ σε ότι έχει να κάνει με τα facial animations και το lip-synching ούτε… λόγος, καθώς οι περισσότεροι NPCs μοιάζουν με άψυχες εγγαστρίμυθες μαριονέτες. Τα δε pop-ins και τα πολυπληθή glitches κάνουν συχνά – πυκνά την εμφάνιση τους, με το μεγαλύτερο μέρος του τερέν να καταστρέφεται από τα πύρα σας είναι μάλλον αστείο όταν η απαρχαιωμένη graphics engine αποτρέπει τον RoboCop από το να κουνήσει από την θέση του έναν NPC που μοιάζει λες και παίζει στο αγαλματάκια – ακούνητα.

    Ο δε ήχος έχει και αυτός τα «θέματα» του, καθώς εντοπίσαμε μια ασυνέπεια στην ομιλία του RoboCop όπου υπάρχουν στιγμές που στα ξαφνικά χάνεται η ρομποτική χροιά της φωνής του κεντρικού ήρωα, αν και στα plus είναι σίγουρα το voice acting από τον «one and only» Peter Weller, ο οποίος υποδύθηκε τον ρομποτικό μπάτσο στην πρώτη ταινία και στο sequel, αλλά και το voice acting στο σύνολο του, όπου υπάρχουν αμέτρητες γραμμές διαλόγων που ακούγονται πεντακάθαρα. Τέλος, παρόλο που σίγουρα διαθέτει μπόλικο «ζουμί» στο single-player κομμάτι του, ωστόσο φαίνεται σαν κάτι να του λείπει, καθώς σίγουρα θα χωρούσαν και άλλα modes που θα μπορούσαν να αυξήσουν σημαντικά την αντοχή του στο πέρασμα του χρόνου.

    Ολοκληρώνοντας, την «βουτιά» μας στον αιματοβαμμένο κόσμο του RoboCop: Rogue City μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε ότι παρά τις αδυναμίες του, ο νέος τίτλος της Teyon αποτελεί μια ποιοτική αναβάθμιση σε σΑπύγκριση με το παρόμοιο Terminator: Resistance. Έχοντας (όσο οξύμωρο και εάν φαίνεται) την «παιδική» αθωότητα των 80s στον πυρήνα του, το Rogue City σε καμία περίπτωση δεν προσπαθεί να γίνει το τέλειο FPS, θυμίζοντας κατά μία έννοια το πόσο γοητευτικά “imperfect” ήταν οι ταινίες στις οποίες βασίζεται. Αναμφίβολα, ένα “love letter” στα 80s – 90s και σε έναν ήρωα που αποτελεί μια από τις πιο cult και iconic φιγούρες της pop culture. Must-have για τους fans του RoboCop franchise, αλλά και για όλους εκείνους που αναζητούν ένα απλοποιημένο shooter που να ξεχειλίζει από αδρεναλίνη.

    Ανάπτυξη: Teyon Έκδοση: Nacon Διάθεση: AVE

    ΓΡΑΦΙΚΑ: 78%

    ΗΧΟΣ: 74%

    GAMEPLAY: 80%

    ΑΝΤΟΧΗ: 70%

    ΓΕΝΙΚΑ: 76%

     

    Πέτρος Κυπραίος
    Πέτρος Κυπραίος
    Tech expert και true gamer στην καρδιά, ο Πέτρος Κυπραίος ξεκίνησε να ασχολείται ως συντάκτης σε κορυφαία περιοδικά του Ειδικού Τύπου πάνω στα video games και στην τεχνολογία, ενώ διετέλεσε επίσης και υπεύθυνος τμήματος παιδικών περιοδικών. Από τη θέση του editorial director το focus του είναι οτιδήποτε digital, όμως του αρέσει να ρίχνει και μια ματιά και στο… lifestyle!

    Related Articles

    Stay Connected

    45,800ΥποστηρικτέςΚάντε Like
    6,126ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
    15,000ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής


    Latest Articles